9 Φεβ 2015

‘’Μια στιγμή σαν επανάσταση’’




















‘’Σταθμεύουμε στη στιγμή, για να μπορέσουμε να νιώσουμε το βαθύ της εύρος, για να τιμήσουμε τον κόπο και το βλέμμα, τον τρόπο του αγώνα αυτών που επιμένουν – χώρων και ανθρώπων- όσων μπορούν, ξεφεύγοντας από τη μελαγχολική ακίνητη θέση, να σπάσουν την αφόρητη γραμμικότητα αυτού του άπειρου χρόνου κατά τον οποίο μοιάζει τα πράγματα να τελούν εν αναμονή: εν αναμονή ανατροπής, εν αναμονή κοινωνικής δικαιοσύνης, εν αναμονή υγείας, εν αναμονή ισότητας, εν αναμονή δικαιωμάτων και αγαθών, εν αναμονή χαράς.

Ο μελαγχολικός, λέει η Κρίστεβα, «καθηλωμένος στο παρελθόν, παλινδρομώντας στον παράδεισο ή στην κόλαση μιας αξεπέραστης εμπειρίας, είναι μια περίεργη μνήμη: όλα είναι παρωχημένα, μοιάζει να λέει, αλλά παραμένω πιστός σε αυτό το παρωχημένο, είμαι καρφωμένος εκεί, δεν υπάρχει πιθανότητα για επανάσταση, δεν υπάρχει μέλλον… Κι αυτή η προσήλωση σε μια μνήμη δίχως αύριο αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα μέσο για να αποθησαυρίσει το ναρκισσιστικό αντικείμενο, να το θέσει υπό την προστασία του στο εσωτερικό του αδιέξοδου προσωπικού του τάφου. Ο μελαγχολικός ζει σε μιαν απόκεντρη χρονικότητα. Αυτή δεν κυλά, ο παράγοντας πριν/μετά δεν την κυβερνά, δεν την κατευθύνει από ένα παρελθόν προς ένα σκοπό».

Διαλέγουμε τη στιγμή επειδή βαραίνει μέσα μας ο χρόνος των ανθρώπων που είχαν όχι μονάχα μνήμη αλλά και όραμα. Την ώρα που η επίθεση στα κοινωνικά δικαιώματα συνεχίζεται, την ώρα που μονάχα οι έχοντες διατηρούν το προνόμιο της πρόσβασης στην περίθαλψη, αγωνιζόμαστε μέσα σ’ αυτόν το χώρο για να σπάσουμε τη βία του αναπότρεπτου. Για να κατοικήσουμε, με το δικό μας τρόπο, μια διάρκεια αλλιώτικη απ’ αυτήν που επιβάλλει η «πραγματικότητα», ακριβώς επειδή δεν θέλουμε να τελούμε εν αναμονή: μέσα από τη σχέση με τους ασθενείς και με τους συντρόφους, στη συνέλευση, στον αγώνα στο δρόμο. Καθημερινές, μικρές, πυκνές στιγμές, ίσως όχι επαρκώς και καθαρόαιμα επαναστατικές, όμως κομμάτια της δικής μας ιστορίας που ζητά να καταγραφεί δίχως να αφομοιωθεί από καμιά Μεγάλη Αφήγηση.

Διαλέγουμε εικόνες-θραύσματα αυτής της ιστορίας, της ανεπίσημης, που σε κάθε εποχή και σε κάθε συνθήκη, καίτοι σημαδεύουν την ιστορία, μένουν αμνημόνευτα: Ακριβώς πριν απ’ την εκτέλεση, στη φυλακή, μια αγωνίστρια στρώνει το φουστάνι της και χαμογελά στις άλλες. Και είναι ξαφνικά, σαν ένας αλλιώτικος χρόνος να αποσπάται από τον πραγματικό, να λάμπει και να επιμηκύνεται.
Την ώρα που μοιάζει τίποτε να μην «κινείται» όσο χρειάζεται, άνθρωποι συναντιώνται σε χώρους όπως τα Κοινωνικά Ιατρεία, σε συλλογικότητες αυτόνομες, σε γειτονιές, σε εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης, γράφοντας οι ίδιοι την ιστορία τους.

Την ώρα που ο άγγελος της ιστορίας του Μπένγιαμιν κοιτάζει το σωρό των ερειπίων που σωριάζονται στα πόδια του, θυμόμαστε όλους αυτούς που για μια στιγμή σταμάτησαν τη θύελλα: τον εξόριστο γιατρό της Ικαρίας που έφτιαξε το πρώτο αντιφυματικό νοσοκομείο κρατουμένων και τη Ρόζα, μέσα απ’ τη φυλακή, να αναρωτιέται για τα είδη πουλιών και για τα κελαϊδίσματά τους. Θυμόμαστε τη δυνατότητα μέσα στην ανημπόρια, το «τίποτε» που είναι «κάτι», την κατάφαση τη στιγμή του κινδύνου.

Την ώρα που η ιστορία πάει να ξαναγραφτεί από αυτούς που έπρεπε για πάντα να σωπάσουν, αντιστεκόμαστε σ’ αυτή τη βία, ξαναδιαβάζοντας από την αρχή τις λέξεις, επιμένοντας στη σημασία της μνήμης και της μνημόνευσης.

Διαλέγουμε τη στιγμή επειδή δεν μπορούμε να βρούμε άλλον τ(ρ)όπο που θα μπορούσε να εκφράσει όχι μονάχα τα οράματα και τις πεποιθήσεις αλλά τις αντινομίες, τις διαφορές, τα λάθη και τα πάθη, τις παλινωδίες, τον αγώνα, την πίστη, την απελπισία και την ελπίδα, τις ματαιώσεις και τις ικανοποιήσεις, τις νίκες και τις ήττες μας, τρόπο που θα ‘ταν δυνατό να χωρέσει όχι μόνον τις ιδέες μας αλλά και τις πράξεις μας κι όχι μονάχα τις πράξεις αλλά κυρίως τη βιωμένη εμπειρία καθεμιάς και καθενός που συμμετέχουμε, απ’ όποια θέση, σ’ αυτό το εγχείρημα.

Γι’ αυτό είναι που στεκόμαστε σε απλές χειρονομίες και ιστορίες που κάνουν τη γη να γυρίζει, ανθρώπους που την πιο δύσκολη στιγμή κρατήθηκαν από κάτι βαθύ, ελεύθερο και ιερό, κάτι απ’ τον άνθρωπο που οφείλουμε να ξαναβρούμε.

Μια στιγμή που λάμπει μέσα στο φόβο, στον πόνο, στην απάθεια. Μια στιγμή που ανασαίνουμε μαζί με τους ανθρώπους. Μια στιγμή σαν επανάσταση’’.

(το κείμενο αποτελεί το εισαγωγικό σημείωμα από το Ημερολόγιο 2015 του Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης, το οποίο είναι αφιερωμένο στη στιγμή…. ‘’Στην ένταση και στη διάρκειά της, στη δύναμή της που μπορεί να καταλύσει τον πραγματικό χρόνο. Είναι αφιερωμένο στην επικράτεια της καταπιεσμένης στιγμής, της λησμονημένης, της μονότονα επαναλαμβανόμενης, της τόσο λίγο επαναστατικής που μπορεί να αλλάξει τον ρουν της ιστορίας’’.)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...