14 Φεβ 2015

Αυτόχειρες
















Γράφει η Ιωάννα Μπαλάφα




Με αφορμή το ολοένα και αυξανόμενο ποσοστό αυτοκτονιών, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, πρωτίστως λόγω διαφόρων μορφών καταθλίψεων, σχιζοφρενικών ψυχώσεων και ψυχικών παθήσεων και ακολούθως εξαιτίας ανυπέρβλητων οικονομικών χρεών πάρα πολλών πολιτών (τον τρίτο πλέον λόγο σε σειρά), θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε όσο το δυνατόν συντομότερα, το κοινωνικό αυτό φαινόμενο, τις κοινωνικές του αιτίες καθώς και τις κοινωνικές του προεκτάσεις, στηριζόμενοι στο κλασσικό έργο του Emile Durkheim «Οι κοινωνικές αιτίες της αυτοκτονίας», το οποίο αποτέλεσε σταθμό στην πορεία της ιστορίας της κοινωνικής σκέψης.

Κάνουμε λόγο για ένα θλιβερό φαινόμενο που στιγματίζει τους αυτόχειρες και τις οικογένειές τους και τα πραγματικά ποσοστά του οποίου αποκρύπτονται από τα ΜΜΕ.  Πρόκειται για ένα ζήτημα χωρίς σταθερούς παράγοντες αιτιών καθώς η καθημερινή προσωπική και κοινωνική ζωή, κατακλύζεται από ποικίλα και αντιφατικά γεγονότα που μπορεί να το προκαλέσουν.  Η ανασφάλεια επίσης του ανθρώπου μπορεί να καταλήξει σε μια αμυντική και συχνά απορριπτική θέση έναντι στα διάφορα κοινωνικά συστήματα και να οδηγήσει στο σημείο όπου δεν επιτυγχάνεται η ισορροπία μεταξύ της ατομικής και κοινωνικής του φύσης.  Μιλούμε λοιπόν, για ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο που πολλές φορές αποδίδεται στο ανεξήγητο πεδίο της ανθρώπινης συμπεριφοράς.   

Παράλληλα, η πράξη της αυτοκτονίας έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία, εάν αναλογιστούμε πόσοι ηγέτες, πρόσωπα της εξουσίας και μορφές του καλλιτεχνικού στερεώματος οδηγήθηκαν στην αυτοχειρία.  Επίσης, παραδείγματα ανθρώπων σε υψηλά αξιώματα που η εμπλοκή τους σε σκάνδαλα τους έκαναν να βιώσουν τη διαπόμπευση και την οριστική απώλεια της δύναμής τους, αισθήματα αφόρητα που αναδεικνύουν την αδύναμη πλευρά του ανθρώπου.
          
Ο Durkheim ως κοινωνιολόγος, θέλησε να εξετάσει τις αιτίες που επηρεάζουν μια ομάδα στο σύνολό της και όχι ατομικές περιπτώσεις. Στο πολύτιμο έργο του «Le Suicide» ο ίδιος αποκαλεί αυτοκτονία «κάθε περίπτωση θανάτου που προέρχεται έμμεσα ή άμεσα από μια θετική ή αρνητική πράξη του θύματος που γνώριζε το αποτέλεσμα που θα επιφέρει». Θεωρεί ότι κάθε κοινωνία στην πορεία της ιστορίας της, έχει μια συγκεκριμένη ικανότητα για αυτοκτονία, αναλογικά του συνολικού αριθμού των θεληματικών θανάτων και του πληθυσμού κάθε ηλικίας και φύλου. 

Οι επιστήμες που προσεγγίζουν το φαινόμενο είναι η Ψυχιατρική και η Ψυχολογία, η Κοινωνιολογία, η Ιατρική αλλά και η Νευροβιολογία, προκειμένου να εξετάζονται σφαιρικά οι παράγοντες σε επίπεδο κοινωνικής και κλινικής έρευνας, ώστε να έχουμε έγκυρα αποτελέσματα ως προς τις αιτίες των αυτοκτονικών συμπεριφορών.  Προτού αναφερθούμε στη φύση της αυτοκτονίας ως γενικότερο κοινωνικό φαινόμενο, ας κάνουμε μια σύντομη αναφορά στους συνήθεις εξωκοινωνικούς παράγοντες της αυτοχειρίας όπως τους κατέταξε ο Durkheim. 

Πρώτον, οι οργανοψυχικές διαθέσεις και ψυχοπαθητικές καταστάσεις οδηγούν στην ταξινόμηση τεσσάρων κύριων τύπων της φρενοβλαβούς αυτοκτονίας. Στη μανιακή αυτοκτονία οδηγείται κάποιος από ξαφνικό παραλήρημα ή από παραισθήσεις, προσπαθώντας να ξεφύγει από έναν υποτιθέμενο κίνδυνο με κύριο χαρακτηριστικό τη στιγμιαία μανία και τις συνειδησιακές ανακατατάξεις. Στη μελαγχολική αυτοκτονία εντάσσονται όσοι νιώθουν αβάσταχτη θλίψη χωρίς να έχουν υγιή αντίληψη των σχέσεών τους με τους υπόλοιπους ανθρώπους και οδηγούνται στην αυτοκτονία σχεδόν με αθόρυβο τρόπο. Η έμμονη αυτοκτονία, προέρχεται από την έμμονη ιδέα του θανάτου χωρίς άλλα κίνητρα.  Ονομάζεται και αυτοκτονία αγωνίας καθώς κάποιος προσπαθεί να αντισταθεί στην αυτοκαταστροφική του τάση, αισθανόμενος καταπίεση και δυστυχία. Τέλος, η αυθόρμητη και αυτόματη αυτοκτονία προέρχεται επίσης από μια έμμονη ιδέα, από μια απότομη ορμή που δε δύναται να καταπολεμηθεί. Πραγματοποιείται με αυτόματο τρόπο χωρίς την ύπαρξη κάποιου πραγματικού ή φανταστικού λόγου (πχ: η θέα ενός μαχαιριού, ενός καταρράχτη, ενός γκρεμού). Αξίζει να σημειωθεί ότι η αυτοκτονία όπως και η φρενοβλάβεια, είναι σαφώς πιο διαδομένα στον αστικό πολιτισμό και για το κάθε φύλο υπάρχει συγκεκριμένο ποσοστό αυτοκτονίας στο εκάστοτε κοινωνικό περιβάλλον. Ως προς τη θρησκευτική πίστη, στους Προτεστάντες συναντώνται τα μεγαλύτερα ποσοστά καθώς οι Καθολικοί, οι Προτεστάντες και οι Ιουδαϊστές πιστεύουν στην αθανασία της ψυχής και οι θρησκείες αυτές είναι περισσότερο ενοχικές. 

Αναλύοντας ένα πλήθος στατιστικών στοιχείων διαφόρων εποχών και ευρωπαϊκών χωρών, ο Durkheim απέδειξε ότι, ο δείκτης αυτοκτονίας ποικίλλει από χώρα σε χώρα αλλά δεν υπάρχουν αισθητές αυξομειώσεις στο εσωτερικό μιας κοινωνίας για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Επίσης ότι, η τάση για αυτοκτονία αυξάνει με την αύξηση της ηλικίας, πως δεν υπάρχει συσχέτιση αυτοκτονίας και κλίματος (στις βόρειες χώρες τα αίτια των αυτοκτονιών πρέπει να αναζητηθούν στα πολιτισμικά στοιχεία και ταυτόχρονα έχει παρατηρηθεί ότι υπάρχει αύξηση των αυτοκτονιών το καλοκαίρι καθώς η ανθρώπινη διαθέσιμη ενέργεια ζητά εκτόνωση λόγω της αυξημένης ερεθιστικότητας του νευρικού συστήματος που εκδηλώνεται και με τις ανθρωποκτονίες. Οι ακραίες δηλαδή φυσικές θερμοκρασίες μπορούν να προκαλέσουν παραληρήματα και δυσλειτουργίες του ψυχολογικού συστήματος), ότι ο δείκτης αυτοκτονίας είναι υψηλότερος στο πρώτο εξάμηνο κάθε έτους, όπως επίσης ότι οι περισσότερες αυτοκτονίες πραγματοποιούνται την  ημέρα και κυρίως τις εργάσιμες ημέρες.  Ακόμη ότι το ποσοστό είναι μεγαλύτερο στους άγαμους και στους χηρευόμενους απ’ ότι στους έγγαμους, στους άτεκνους απ’ ότι στους γονείς και ότι αντίστοιχα μειώνεται σε περιόδους εθνικών κρίσεων ή πολέμων, καθώς ισχυροποιούνται τα συλλογικά και πολιτικά συναισθήματα.

Ο κληρονομικός παράγοντας αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα ακόμη και σήμερα καθώς υποθέτουμε ότι η αυτοκτονική τάση μπορεί να μεταβιβαστεί στο παιδί ενεργοποιώντας διάφορους ψυχολογικούς μηχανισμούς. Επίσης, η μεταδοτικότητα παρατηρείται σε απογόνους νευρασθενικών αυτόχειρων γονιών και σε περιπτώσεις οικογενειών όπου σε κάθε γενιά υπάρχουν αυτοκτονίες που πραγματοποιούνται με όμοιο τρόπο στην ίδια ηλικία.  Οι ατομικές και κοινωνικές όμως καταστάσεις και η ιδιοσυγκρασία του καθενός παίζουν τον πρωταρχικό ρόλο. Ο Durkheim θέλησε να τονίσει την ανάγκη της αλληλεγγύης ως συντελεστή της κοινωνικής συνοχής η οποία απειλείται από τη διαφοροποίηση των σημερινών κοινωνικών δομών όπου κυριαρχεί ο ατομικισμός. Υποστηρίζει ότι το ένστικτο της αυτοσυντήρησης των υποψήφιων αυτόχειρων, έχει επηρεαστεί αρνητικά από διάφορες ιδέες και απόψεις που κυριαρχούν στις κοινωνικές ομάδες τις οποίες συναναστρέφονται.
Μεγάλο μέρος των βιβλίων του Durkheim καλύπτουν οι κοινωνικές αιτίες, τα κοινωνικά πρότυπα, η θρησκεία, η οικογένεια και η πολιτική κοινωνία που συνθέτουν την  «εγωιστική αυτοκτονία». Το κοινωνικό περιβάλλον όμως, είναι αυτό που επιδρά περισσότερο στο αυτοκτονικό φαινόμενο, παρόλο που η πλειοψηφία του ανθρώπινου πληθυσμού θεωρεί ότι αν ο αυτόχειρας έχει προβληματικό παρελθόν (επιχειρηματικές περιπέτειες, οικογενειακά βάρη), τότε το αδιέξοδο και η απελπισία του καταλογίζονται ως τα φαινομενικά αίτια της πράξης του.

Στον αντίποδα βρίσκεται η «αλτρουιστική αυτοκτονία», η οποία οφείλεται σε ισχυρούς δεσμούς με την κοινωνία και συναντούνται από τους πρωτόγονους λαούς έως σε διάφορες φυλές όπου η συλλογική ζωή είναι το παν (πχ. οι γυναίκες να ακολουθούν στο θάνατο τους συζύγους τους, οι βαριά άρρωστοι ή γερασμένοι να αυτοκτονούν μετά τιμών). Σήμερα σε μια διαφοροποιημένη ιδεολογικά μορφή μπορούμε να το παρομοιάσουμε με τους καμικάζι αυτοκτονίας που στα μάτια των ομοϊδεατών τους αντιμετωπίζονται ως ήρωες και άξιοι θαυμασμού και σεβασμού.  Επίσης η «άνομη αυτοκτονία» ορίζεται από τον Durkheim ως «προϊόν της κοινωνικής αλλαγής και αποτέλεσμα διαταράξεως των κοινωνικών σχέσεων και κανόνων.  Εκφράζει μια κοινωνία με χαμηλό βαθμό ολοκλήρωσης και περιορισμένες  προϋποθέσεις κοινωνικής ένταξης του ατόμου».

Η κοινωνική αναλογία της αυτοκτονίας έχει τις ρίζες της στη συλλογική ροπή της κοινωνίας και έτσι μπορεί να ερμηνευτεί σε κοινωνιολογικό επίπεδο.  Σε κάθε εποχή ενός λαού υπάρχει μια συγκεκριμένη συλλογική δύναμη που αντικατοπτρίζει την ηθική σύσταση της κοινωνίας η οποία οδηγεί σε ένα ποσοστό αυτοκτονιών.  Το κοινωνικό περιβάλλον αποτελεί μια πραγματικότητα όπου τα άτομα ως η κινητήρια δύναμη του, συνευρίσκονται και ανταλλάσσουν ιδέες μέσα από ένα κοινό πλέγμα εθίμων που συντελούν στην πραγματοποίηση των διάφορων κοινωνικών γεγονότων.   

Υπάρχει μια μειονοτική ομάδα μέσα σε αυτό το περιβάλλον της οποίας το ένστικτο της αυτοσυντήρησης έχει κλονιστεί από την επικρατούσα ηθική, τις ιδέες και τις απόψεις και είναι ευάλωτο και πιο πιθανό να διαπράξει αυτοκτονία. Όταν η συλλογική δύναμη εξασθενεί, τότε τα μέλη μιας κοινωνίας δεν μπορούν να ανταλλάξουν απόψεις, διαταράσσονται οι ομαλές κοινωνικές λειτουργίες και παρατηρείται έξαρση του ατομικισμού. Όσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός ολοκλήρωσης της θρησκευτικής, οικογενειακής και πολιτικής κοινωνίας τόσο μικρότερος είναι ο βαθμός αυτοκτονίας.

Διαπιστώνουμε ότι η αυτοκτονία συσχετίζεται και με τους κανόνες μιας προσωπικής αλλά και κοινωνικής ηθικής, από την αρχαιότητα έως και σήμερα. Η αυτοκτονία εκλαμβανόταν ως έγκλημα στις πρώτες χριστιανικές κοινωνίες. Στην Αγγλία για παράδειγμα έως το 1823, έσυραν το πτώμα του αυτόχειρα τρυπημένο σταυρωτά με ένα ραβδί στους δρόμους και το έθαβαν χωρίς τελετή. Στο Γαλλικό Δίκαιο επίσης, η αυτοκτονία λόγω πάθους, έρωτα κτλ., εθεωρείτο ασυγχώρητη. Στην Αθήνα, ο αυτόχειρας θαβόταν έξω από την πόλη και το χέρι που διέπραττε την τελική πράξη κοβόταν και θαβόταν χωριστά (έθιμο με αιγυπτιακές ρίζες).

Η Ελλάδα, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (όπου η αυτοκτονία αποτελεί παθολογικό φαινόμενο), διατηρεί χαμηλότερο δείκτη αυτοκτονιών,(υπάρχει όμως σταδιακή αύξηση) χωρίς να είμαστε σίγουροι ότι  οι αριθμοί αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα, καθώς ιατρικά πρόσωπα δημόσιων και ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών και το προσωπικό σωφρονιστικών καταστημάτων, ακόμη και με συμφωνία των δικαστικών αρχών, αποκρύπτουν αυτοκτονίες ή απόπειρες αυτοκτονίας. Παράλληλα, πολλές οικογένειες θεωρούν την αυτοκτονία ταμπού και συχνά αποκρύπτουν την αυτοχειρία κάποιου δικού τους προσώπου καθώς έχουν να αντιμετωπίσουν το στίγμα μιας ολόκληρης κοινωνίας που αδυνατεί να ανοίξει ευθέως διάλογο για ένα τόσο δύσκολο στην αντιμετώπισή του θέμα.

Η ελεγκτική δύναμη της σύγχρονης κοινωνίας είναι τεράστια και οδηγεί τους ανθρώπους στο αίσθημα του ανικανοποίητου και στο κυνήγι ενός σκοπού απροσδιόριστου και συνεπώς ακατόρθωτου. Οι κοινωνικά κατασκευασμένες ανθρώπινες ανάγκες δεν θα πάψουν ποτέ να πολλαπλασιάζονται με τρομακτικούς ρυθμούς.  Το ζητούμενο είναι ο καθένας να βρει τον προσωπικό του δρόμο προς την ελευθερία, ζητώντας βοήθεια από το περιβάλλον μέσα στο οποίο νιώθει ασφαλής και να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις του για τη συνολική βελτίωση της ύπαρξής του.

Οι προσωπικοί μας δαίμονες μπορούν να γίνουν κοινωνικοί και το αντίστροφο. Η πνευματική αποξένωση επιφέρει την πνευματική εξάντληση, τη μη δυνατότητα διεύρυνσης της σκέψης άρα και ριψοκίνδυνες συμπεριφορές ή βίαιες πράξεις σε συνδυασμό με την αύξηση της κατάθλιψης, του αλκοολισμού και της χρήσης ναρκωτικών σε όλο και νεαρότερες ηλικίες. Οι περισσότερες αυτοκτονίες περικλείουν αυτήν την πνευματική αποξένωση συνεπώς και την κοινωνική.  Πρόκειται για την αλληλεπίδραση στενά συνδεδεμένων παραγόντων και αιτιών όπου καταργείται η αξία της ανθρώπινης ζωής και ύπαρξης στα μάτια όλων, πόσο μάλλον σε όσους αντιμετώπισαν στο προσωπικό τους περιβάλλον ένα τέτοιο περιστατικό.

Ακόμη και αν δεν μπορούμε να είμαστε πάντα βέβαιοι για τις προσδιοριστικές αιτίες ας δοθεί έμφαση στους προστατευτικούς παράγοντες που είναι ικανοί να αποτρέψουν μια αυτοκτονία όπως οι γενικότερες υγιείς συναισθηματικές και κοινωνικές σχέσεις.  Η αυτοκτονία εκφράζει το αδιέξοδο, το θυμό, την εκδίκηση.  Αποτελεί ένα είδος φυγής που πολλοί ψυχολόγοι το συνδέουν με την αδυναμία αντιμετώπισης των συναισθημάτων και των πραγματικών προβλημάτων, άρα χρειάζεται μια ευρύτερη κινητοποίηση.  Απαιτείται συνεχής προσπάθεια προκειμένου να δοθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα για ένα θέμα με κρυφές και φανερές πτυχές, καθώς είμαστε αντιμέτωποι με μια αριθμητική έξαρση.

Πέρα από το αδιάκοπο επιστημονικό ερευνητικό έργο, χρειάζεται συνεχής εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας ως προς την πρόληψη, καμπάνιες ενημέρωσης για την ευαισθητοποίηση του κοινού όπως και περισσότερη προβολή από τα ΜΜΕ και τηλεφωνικές γραμμές παρέμβασης και πρόληψης και έγκυρες βιοψυχοκοινωνικές προσεγγίσεις.  Παράλληλα, τα γενεσιουργά αίτια να αποτελέσουν ακόμη και κομμάτι της παιδείας των νέων ανθρώπων και να τους δώσει τροφή για σκέψη και προβληματισμό προκειμένου να είναι ικανοί να εντοπίσουν τα κοινωνικώς προβληματικά πεδία και να μπορούν μελλοντικά να τα αλλάξουν (όπως αναφέρει ο Durkheim, χρειάζεται μια συνολική μεταρρύθμιση  της κοινωνίας και της Παιδείας).
Τα ποσοστά όμως μπορούν να μειωθούν εάν επαναδιαπραγματευθούμε  τις σχέσεις με τις δυνάμεις της κοινωνίας που ζούμε και διαμορφώνουμε την ταυτότητά μας.  Η πράξη της αυτοκτονίας και η τάση του ανθρώπου για αυτοκαταστροφή είναι συνυφασμένα με τις πιο απόκρυφες πτυχές του ανθρώπινου πνεύματος και με την αλληλένδετη σχέση δύο ζωντανών οργανισμών, του ανθρώπου και της κοινωνίας. 
Θα λέγαμε ότι κανένα προτεινόμενο μέτρο δεν είναι απόλυτο και δεν οδηγεί σε βέβαιη λύση του φαινομένου της αυτοχειρίας. Στη προσπάθεια όμως της εφαρμογής τους θα πρέπει να αναζητήσουμε και να λάβουμε υπόψη ιστορικές αναλογίες, αποφεύγοντας παλαιότερα σφάλματα και χρησιμοποιώντας ως κλειδί την εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα και τη φυσική ανάγκη για κοινωνική συνείδηση. Εξάλλου, με βάση το έργο του Durkheim, η κοινωνία ορίζεται ως μια sui generis πραγματικότητα που ρυθμίζει και πολλές φορές καθορίζει τους σκοπούς των μελών της. Οι σύγχρονες όμως κοινωνικές δομές, απειλούν και κατακερματίζουν το αίσθημα κοινού σκοπού και συλλογικής συνείδησης.  Εν ολίγοις, οι ίδιες οι δυνάμεις και οι κανόνες της κοινωνίας μπορούν αν όχι να εξαλείψουν, τουλάχιστον να μειώσουν το υψηλό ποσοστό των αυτοκτονιών, σε συνδυασμό με όχι μόνο τις θεωρητικές προσεγγίσεις, αλλά και με την επιστημονική και κυρίως την εμπειρική έρευνα.

(στο independent.gr)

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...