7 Δεκ 2015

''Τα όνειρα απαγορεύονται και όμως ονειρεύομαι''























(Τα Όνειρα στο Τρίτο Ράιχ)

Γράφει η Ιωάννα Μπαλάφα

Πώς ένα ολοκληρωτικό καθεστώς μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο και τα όνειρα του ανθρώπου;

Από το 1933 έως το 1939 η Γερμανοεβραία συγγραφέας Charlotte Beradt, συγκέντρωσε τριακόσιες περίπου μαρτυρίες ονείρων, από ανθρώπους που έζησαν υπό το χιτλερικό καθεστώς (Γερμανούς πολίτες, Εβραίους και μη) επιχειρώντας να αποκωδικοποιήσει και να ερμηνεύσει εκείνες τις ονειρικές παραστάσεις που αποτύπωναν μια εφιαλτική δικτατορική πραγματικότητα. Αποτέλεσμα αυτών των εξομολογήσεων ήταν η συλλογή ‘’Τα Όνειρα στο Τρίτο Ράιχ’’, μέρος της οποίας δημοσιευόταν συχνά σε έντυπα και επιθεωρήσεις έως την έκδοσή της σε βιβλίο το 1965. Αρχικά, τα καταγεγραμμένα όνειρα τα κρυπτογράφησε, τα έκρυψε στη βιβλιοθήκη της και κατόπιν τα ταχυδρόμησε στο εξωτερικό όπου τα πήρε πάλι πίσω όταν πλέον και η ίδια διέφυγε στη Νέα Υόρκη μετά το 1939.

Μια πολύ δύσκολη προσπάθεια, όπως η ίδια η συγγραφέας δήλωσε, καθώς ο φόβος των ανθρώπων κλόνιζε βασικά αισθήματα εμπιστοσύνης. Η συγγραφέας ήθελε να αναδείξει τις συνέπειες στον ψυχικό και πνευματικό κόσμο των ανθρώπων στους οποίους επιβλήθηκαν ο πολιτικός και κοινωνικός ολοκληρωτισμός, καθώς οι δημόσιοι μηχανισμοί κατέρριψαν τις έννοιες της αντίστασης, στοχοποιώντας το ατομικό και κάνοντας κατάχρηση συμβόλων ως μέθοδο προπαγάνδας και καταστροφής της κριτικής σκέψης αλλά και των όποιων ανθρώπινων ιδανικών, προσπαθώντας παράλληλα να κατανοήσει πώς ένα έθνος συμπορεύτηκε με ένα τέτοιο καθεστώς βίας και τρομοκρατίας.

Οι αφηγήσεις αυτές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ιστορικές πηγές, καθώς περιγράφουν πώς ένα ολοκληρωτικό καθεστώς ασκεί έλεγχο και προπαγάνδα στους πολίτες σε τέτοιο βαθμό που η μοναδική αυτή στιγμή ιδιωτικότητας του ύπνου, κατακερματίζεται και μετατρέπεται σε στιγμή τρομοκρατίας και συντριβής. Κατά πόσο λοιπόν ο ύπνος μπορούσε να αποτελεί ιδιωτική υπόθεση υπό το ναζιστικό καθεστώς; Ερώτημα που γίνεται σαφές όταν οι περιγραφές του βιβλίου καταδεικνύουν ζωές σε μια μόνιμη απειλή στη σκιά του σαρωτικού αισθήματος της τρομοκρατίας, όπου ο άνθρωπος μέσα στα όνειρά του προσπαθούσε απεγνωσμένα να συμπορευτεί με τους ‘’νόμους’’ του ναζισμού, προκειμένου να επιβιώσει.

Όλες οι ονειρικές ιστορίες αφηγούνται εκείνες τις εμπειρίες που κρύβουν εσωτερική αλήθεια η οποία συνταράζει την ανθρώπινη ύπαρξη, με εκφράσεις όπως: "Τίποτε δεν μου δίνει πια χαρά", "Μα δεν βγάζω μιλιά", "Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε", ‘’Από τότε που τα σπίτια έπαψαν να είναι ιδιωτικοί χώροι, ζω στον βυθό της θάλασσας, για να παραμείνω αθέατος’’. Μια εξαιρετική συλλογή, που δείχνει πώς το ολοκληρωτικό καθεστώς σκότωνε τον ύπνο του ανθρώπου και το δικαίωμά του να αντλεί νοητική και συναισθηματική δύναμη μέσα από τις ιδιωτικές στιγμές της ανάπαυλας και της ονειρικής φαντασίας.

Η Charlotte Beradt γεννήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1907 στο Βρανδεμβούργο. Μεγάλωσε στο Βερολίνο ως κόρη Γερμανοεβραίου εμπόρου. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε γερμανικές εφημερίδες και επιθεωρήσεις. Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, της απαγορεύτηκε να ασκεί τη δημοσιογραφία. Το 1939 διέφυγε μαζί με τον σύζυγό της Γερμανοεβραίο νομικό και συγγραφέα Martin Beradt στο Λονδίνο και κατόπιν στη Νέα Υόρκη. Εκεί μετέτρεψε το διαμέρισμά τους σε κομμωτήριο και στο ίδιο μέρος ο σύζυγός της δεχόταν εξόριστους συγγραφείς και δημοσιογράφους από τη Γερμανία και την Αυστρία.

Με το τέλος του πολέμου, της επιτράπηκε να αρθρογραφήσει και πάλι στον δυτικογερμανικό Τύπο. Μετά το θάνατο του άντρα της, ασχολήθηκε με τη συγγραφική κληρονομιά του, ενώ, την ίδια εποχή, συνδέθηκε με τη Hannah Arendt και μετέφρασε πέντε πολιτικά δοκίμιά της στα γερμανικά. Ασχολήθηκε παράλληλα με την μετάφραση, την κριτική θεάτρου και το ραδιόφωνο. Το ‘’Όνειρα στο Τρίτο Ράιχ’’ αποτελεί το πρώτο βιβλίο της και κυκλοφόρησε το 1966 στη Γερμανία. Παρέμεινε ενεργή δημοσιογράφος ως τα γεράματά της και πέθανε στη Νέα Υόρκη το 1986.

Αντί επιλόγου ακολουθεί η παρακάτω αφήγηση ονείρου που περιλαμβάνεται στο βιβλίο. «Γύρω στις εννέα το βράδυ, μόλις έχω τελειώσει το ιατρείο μου και ενώ ετοιμάζομαι να ξαπλώσω στον καναπέ και να χαλαρώσω συντροφιά με ένα βιβλίο για τον Ματτίας Γκρύνεβαλντ, βλέπω ξάφνου τους τοίχους στο δωμάτιο, στο διαμέρισμά μου, να καταρρέουν. Κοιτάζω γύρω μου, για να ανακαλύψω με φρίκη ότι όλα τα διαμερίσματα, ως εκεί που φτάνει το μάτι, δεν έχουν πια τοίχους. Από κάποιο μεγάφωνο ακούω μια απαίσια φωνή να λέει : "Σύμφωνα με το διάταγμα της 17ης του τρέχοντος μηνός, περί κατάργησης των τοίχων"».

(στο independent.gr & στο Hit&Run)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...