26 Σεπ 2015

''Μα είναι αυτό τέχνη;''

                      
 









  Γράφει η Ιωάννα Μπαλάφα

Ένα βασικό ερώτημα που πολλοί θεατές κατά καιρούς έχουν θέσει κοιτώντας αμήχανα ένα καλλιτεχνικό έργο: «Μα είναι αυτό τέχνη;». Τι είναι λοιπόν η τέχνη, πώς εξελίσσεται και λειτουργεί και τι πετυχαίνει; Πώς καθορίζουμε τι είναι ωραίο;

Η Cynthia Freeland, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Houston, με δημοσιευμένες μελέτες για τη φιλοσοφία της τέχνης και του κινηματογράφου, την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και τη φεμινιστική θεωρία, με το πρωτότυπο βιβλίο της «Μα είναι αυτό τέχνη;», εισάγει το ευρύ κοινό στις σκέψεις αναφορικά με τη σχέση της τέχνης με τον πολιτισμό, το φύλο, το χρήμα και την τεχνολογία, ξεκινώντας από τους μεγάλους καλλιτέχνες του παρελθόντος, όπως τον Rembrand και τον Goya, φτάνοντας μέχρι τον σύγχρονο Damien Hirst, προσπαθώντας να ερευνήσει τη διαχρονική λειτουργία της τέχνης μέσα από τις σημαντικότερες θεωρίες της.

Έχοντας ως αφετηρία τις πρώτες ζωγραφιές στα τοιχώματα των σπηλαίων, προχωρά σταδιακά θέλοντας να προσεγγίσει το ρόλο της τέχνης στην ατομική αλλά και συλλογική ολοκλήρωση. Η συγγραφέας εξετάζει τις προθέσεις του καλλιτέχνη και καταλήγει στο ότι το εκάστοτε καλλιτεχνικό έργο αποτελεί τόσο μια συμβολιστική ιεροτελεστία με υπερβατικό χαρακτήρα όπου οι στόχοι του καθορίζονται από τις ιδιότητες που του δίνονται, όσο και μια αποτύπωση του «ωραίου», ανατρέχοντας στις θεωρίες του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Hume και του Cant. Σύμφωνα με τον Coleridge «ένας άνθρωπος γνωρίζουμε ότι είναι ποιητής όταν μας κάνει να νιώθουμε ποιητές» δηλαδή ότι η τέχνη μυεί στη συναισθηματική και νοητική αντίληψη του καλλιτέχνη χωρίς απαραίτητα να αποσκοπεί στην ταύτιση ή στη μίμηση.

Κάνει λόγο για τις εμπειρίες που ο ίδιος ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί στη διαδικασία παραγωγής του έργου του, όπως την κοινωνική του τάξη, την ψυχολογική και συναισθηματική του κατάσταση αλλά και τα ευρύτερα χαρακτηριστικά της κοινότητας στην οποία ανήκει, εστιάζοντας παράλληλα στις φεμινιστικές θεωρίες που συνέβαλλαν στην ανάδειξη έργων προερχόμενα από γυναίκες και μειονοτικές ομάδες.

Η Freeland εξετάζει το αν η τέχνη δύναται πράγματι να είναι παγκόσμια, εάν αυτή η δυναμική την ομογενοποιεί ή εάν η καλλιτεχνική παραγωγή παραμένει διαχωρισμένη λόγω εθνικών χαρακτηριστικών, διατιθέμενη μόνο για εμπορική εκμετάλλευση. Παράλληλα, αναλύει τον ισχυρό ρόλο του διαδικτύου και της ασταμάτητα εξελισσόμενης τεχνολογίας, μέσω της οποίας, η τέχνη απελευθερώνεται και αποκτά καινούρια νοήματα, περισσότερο παγκόσμια, περισσότερο δημοκρατικά.

Η ανάλυσή της τονίζει τις θεωρίες κριτικής της τέχνης και πώς αυτή ουσιαστικά καθορίζει πολλές φορές την ανάδειξη ή την καταστροφή συγκεκριμένων καλλιτεχνικών έργων αλλά και διάφορων μορφών τέχνης. Ακόμη, αναφέρεται διεξοδικά και με απολαυστικό τρόπο στο διαχωρισμό «λαϊκής» και «υψηλής» τέχνης, προσεγγίζοντας με χιούμορ τις παραπάνω ταμπέλες που τα μουσεία και οι γκαλερί τοποθετούν άνισα και πολλές φορές υποκριτικά στα καλλιτεχνικά έργα. Η συγγραφέας θεωρεί ότι η τέχνη είναι πρωτίστως ένας κώδικας επικοινωνίας που μεταφέρει ένα συγκεκριμένο μήνυμα το οποίο ενδεχομένως χωρίς την κατάλληλη θεωρητική και αισθητική παιδεία να μην φτάσει στους αποδέκτες.
Ο καλλιτέχνης ως επαγγελματίας και η τέχνη ως επάγγελμα, συνδέονται αναπόφευκτα με αυτό που αποκαλούμε χρηματιστηριακή αξία, εκτοξεύοντας πολλά καλλιτεχνικά έργα σε αστρονομικά ποσά πώλησης. H Freeland θέτει ερωτήματα σχετικά με το βιοπορισμό του καλλιτέχνη και τα εσωτερικά του ερωτήματα όσον αφορά τις προσωπικές-αισθητικές του μάχες, αξίες και αντιλήψεις.

Οι βασικοί ορισμοί με τους οποίους η συγγραφέας πορεύεται στην δοκιμιακή της έρευνα είναι εκείνοι του Danto ( το καλλιτεχνικό έργο αποτελεί χειροτέχνημα με νόημα και ερμηνεία), του Dewey (η τέχνη εκφράζει τη ζωή μιας κοινότητας όπου το μέσο έκφρασης δεν είναι ούτε αντικειμενικό ούτε υποκειμενικό, αλλά εμπεριέχει μια νέα γλωσσική εμπειρία που πρέπει να κατακτηθεί), του Anderson (η τέχνη αποτελεί ένα κωδικοποιημένο πολιτισμικά σημαίνον νόημα που στοχεύει στις αισθήσεις) και του Irwin (το καλλιτεχνικό έργο εξετάζει ακατάπαυστα τα αντιληπτικά μας αντανακλαστικά διευρύνοντας τη συνείδησή μας).

Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση δεν υπάρχει κάποιο τελικό συμπέρασμα αλλά το αναγνωστικό ταξίδι του συγκεκριμένου βιβλίου κάνει σαφές ότι η εσωτερική κινητήρια δύναμη που στρέφει τον άνθρωπο στο να κάνει τέχνη, από το να φτιάχνει τα έργα του με αίμα θέλοντας να εκφράσει τον πόνο και τη λύτρωση, έως να κατασκευάζει ογκώδεις καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις μιας χρήσης, είναι συνυφασμένη με την ιστορία της ανθρωπότητας και ικανή να αλλάζει προς το καλύτερο παγιωμένα και αναχρονιστικά συστήματα κοινωνικής και προσωπικής σκέψης.
(στο independent.gr)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...